Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2015

Αρχές των ανάγλυφων μοντέλων που παρουσιάζονται



Τα θέματα: Είναι κυρίως βουνά της χώρας και του εξωτερικού. Κατά προτίμηση να υπάρχει και προσωπική γνώση του εδάφους. Από το χάρτη επιλέγεται μια περιοχή που να περιλαμβάνει το ενδιαφέρον βουνό μέχρι της πρόποδες .

Η κλίμακα: Τα κατασκευασμένα μοντέλα  είναι κατά βάση κλίμακας 1:25.000. Η κλίμακα υψών είναι η ίδια με των μηκών. H κλίμακα αυτή βοηθά στην καλύτερη δυνατή αντίληψη πεδίου και χάρτη. Της επιτρέπει ικανοποιητικό βαθμό λεπτομέρειας και ρεαλιστικής απόδοσης. Τέλος η κατασκευή μοντέλων στην ίδια κλίμακα διευκολύνει τη σύγκριση μεταξύ της και την πληρέστερη κατανόηση των διαφορετικών περιοχών που αποδίδονται.   

Ο χρωματισμός: Μια και το ενδιαφέρον είναι το έδαφος αυτό αποδίδεται στα ορεινά καλύτερα με τα καλοκαιρινά χρώματα. Έτσι με λευκό απεικονίζονται μόνο οι μόνιμοι παγετώνες. Για το χρωματισμό λαμβάνεται υπόψη ο χάρτης ή οι χάρτες της περιοχής, αεροφωτογραφίες, πλάγιες φωτογραφίες, ταινίες που έχουν γυριστεί ακόμα και προσωπική παρατήρηση.

Το πνεύμα και οι αρχές της κατασκευής τρισδιάστατων χαρτών



Στην αρχή έρχεται η ιδέα και η απόφαση. Στη συνέχεια ελέγχουμε τα δεδομένα. Τι έχουμε στη διάθεσή μας;  Και το κυριότερο η επιλογή του χάρτη που θα βασιστούμε για να χτίσουμε το μοντέλο .  Θα πρέπει να έχει ισοδιάσταση. Όσο το δυνατό πυκνότερη. Μετά είναι η κλίμακα κατασκευής. Εδώ θέλει να έχει κανείς ακριβή ιδέα του τι  θέλει να αποδώσει. Κλίμακα σημαίνει και λεπτομέρεια. Η κλίμακα στον ανάγλυφο χάρτη δεν είναι απαραίτητα η ίδια. Και εξηγώ: Στον τρισδιάστατο χάρτη της Χαλκιδικής 20εκ Χ30 εκ που έφτιαξε ο δάσκαλος στο μάθημα της χειροτεχνίας πχ αν η κλίμακα των μηκών ήταν ίδια με των υψών θα μπορούσε να διακρίνει κάποιος σαν ευρύ εξόγκωμα τον ορεινό όγκο του  Χολομώντα με υψ 1165μ. και σαν ένα σπυρί τον Άθωνα με υψ. 2033μ. Έτσι η κλίμακα των υψών ήταν αναγκαστικά μεγαλύτερη ώστε να τονιστεί το ανάγλυφο και να φανούν εντονότερες οι διαφοροποιήσεις των υψομέτρων. Σαν δεδομένο πρέπει εδώ να λάβουμε υπόψη το πάχος του MDF, του φελλού ή του κόντρα πλακέ που έχουμε στη διάθεσή μας. Με αυτό θα σχηματίσουμε ένα κλιμακωτό μοντέλο αρχικά που θα χρησιμεύσει ως σκελετός και οδηγός ώστε να αναπαραγάγουμε ακριβώς το έδαφος. Πχ επιθυμώ να φτιάξω ένα μοντέλο χάρτη 1:50.000 και έχω κόντρα πλακέ 3 χιλ. Αν επιθυμώ ίδια κλίμακα μηκών υψών τα 3χιλ είναι 150μ Ο επίπεδος χάρτης έχει συνήθως ισοδιάσταση 20μ. .Ισουψής των 50 ή 150μ κλπ δεν υπάρχει. Η ψάχνω άλλο πάχος ή αλλάζω την κλίμακα. Τα χρώματα επίσης που βάφεται ένας  χάρτης είναι ένα θέμα προς μελέτη. Το μοντέλο του πατέρα μου ήταν βαμμένο ανάλογα με το υψόμετρο. Πράσινο τα πεδινά, κίτρινο πρόποδες και λόφοι, καφέ τα βουνά πάνω από κάποιο υψόμετρο.  Ένας τέτοιος χρωματισμός μάλλον δεν βοηθά ιδιαίτερα μια που τα εδαφικά χαρακτηριστικά αποδίδονται με το ανάγλυφο. Ο χρωματισμός θα πρέπει να αποδίδει από μόνος του χαρακτηριστικά που δεν επαναλαμβάνονται στο ανάγλυφο της περιοχής με επιδίωξη την προσομοίωση των φυσικών αποχρώσεων πχ το χρώμα των πετρωμάτων, το είδος της βλάστησης ή το κυρίαρχο χρώμα των κατοικημένων τόπων. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το έδαφος δεν είναι χρωματικά πάντα το ίδιο. Το Χειμώνα τα βουνά καλύπτονται με χιόνια και δείχνουν λίγη βλάστηση, την Άνοιξη αποκτούν νέα πράσινη βλάστηση, το προχωρημένο Καλοκαίρι η εποχική βλάστηση αρχίζει να ξεραίνεται και το Φθινόπωρο τα βουνά φαίνονται καφέ και κίτρινα. Το μοντέλο δεν ακολουθεί της εποχές. Βάφεται ανάλογα με το τι θέλει να αποδώσει αυτός το φτιάχνει. Πληροφοριακά  για της Άλπεις έχουν εκδοθεί χειμωνιάτικοι χάρτες με έμφαση της πίστες και της διαδρομές  του ορειβατικού σκι και καλοκαιρινοί με έμφαση στα μονοπάτια που το Χειμώνα είναι μη ανιχνεύσιμα και τη βλάστηση. Τελευταίο που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η έκθεση του μοντέλου δηλαδή η θέση και ο φωτισμός. Ως προς τη θέση εφόσον δεν έχει μεγάλο βάθος πχ. έως 5-6 εκ. μπορεί να τοποθετηθεί στον τοίχο. Αλλιώς σε οριζόντια βάση. Το μοντέλο θα πρέπει να φωτίζεται με τέτοιο τρόπο ώστε να τονίζονται οι  λεπτομέρειες ενώ παράλληλα να αποδίδεται η όσο το δυνατό φυσική εικόνα του.
 

Το ξεκίνημα


  
 

Η μελέτη των χαρτών και του εδάφους με συνάρπαζε από μικρό. Παρατηρούσα με ιδιαίτερη προσοχή κάθε γεωφυσικό χάρτη ιδιαίτερα περιοχών που γνώριζα. Την πρώτη ιδέα ανάγλυφης αναπαράστασης μου την έδωσε ο πατέρας μου ο οποίος σαν δάσκαλος της εποχής που έπρεπε να έχει ιδέα για  όλα. Στο μάθημα λοιπόν της χειροτεχνίας έφτιαξε με τους μαθητές του έναν ανάγλυφο χάρτη 30Χ20 εκ. περίπου της Χαλκιδικής όπου βρισκόμασταν. Σε ένα κομμάτι νοβοπάν αντέγραψε το χάρτη και σημείωσε τις κύριες κορυφές με τα υψόμετρα. Εκεί κάρφωσε καρφιά τηρώντας την αναλογία των υψών και τα κάλυψε μέχρι τις ακτογραμμές με γύψο. Σκάλισε μερικές λεπτομέρειες και έβαψε το μοντέλο με πράσινη, κίτρινη και καφέ νερομπογιά ανάλογα με το υψόμετρο. Στη συνέχεια ζωγράφισε τους μεγάλους δρόμους και τις κυριότερες κατοικημένες περιοχές. Το αποτέλεσμα ήταν ικανοποιητικό το σημαντικότερο όμως ήταν η γενική αντίληψη του πεδίου που μου έχει αποτυπωθεί μέχρι σήμερα . Θυμάμαι αργότερα  τα τελευταία χρόνια του Δημοτικού στην Διεθνή  Έκθεση της Θεσσαλονίκης τις μακέτες υδροηλεκτρικών σταθμών στο περίπτερο της ΔΕΗ που ήταν ιδιαίτερα ακριβείς και εντυπωσιακές. Από το γυμνάσιο και για κάμποσα χρόνια, πέρασα τη φάση του στατικού μοντελισμού και διοραμάτων στην διαδεδομένη κλίμακα των 1:72, όπως όλοι της τότε παρέας  στην Τούμπα Θεσσαλονίκης. Έτσι έμεινε κάποια εμπειρία στην απόδοση γήινων λεπτομερειών. Από τα 19 μου χρόνια το 1985 στη σχολή που φοίτησα μελετούσα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα μαθήματα της Τοπογραφίας και της Στρατιωτικής Γεωγραφίας και παράλληλα 1986 προμηθεύτηκα τους πρώτους μου χάρτες με ισοδιάσταση 20μ από τη ΓΥΣ κλίμακας  1:50.000 Γενικής Χρήσεως περιοχής Χαλκιδικής του 1975 για τις δραστηριότητες του ελευθέρου χρόνου. Τα ενδιαφέροντα τώρα ήταν η εκμάθηση του εδάφους και η κίνηση στο βουνό και την ύπαιθρο σε άγνωστες περιοχές, μέρα αλλά κυρίως νύχτα. Αυτό απαιτούσε εξονυχιστική μελέτη του χάρτη και απομνημόνευση της υπό εξέταση περιοχής. Οι χάρτες ΓΥΣ μου φάνηκαν εντυπωσιακοί στην αρχή μετά όμως ήμουν μόνιμα με ένα μολυβάκι στο βουνό και ένα ραπιδογράφο στο γραφείο για να συμπληρώνω δρόμους και λοιπά στοιχεία προστέθηκαν στο πεδίο.  Στο μεταξύ παρουσιάστηκαν οι πρώτοι χάρτες στην αγορά με ισοδιάσταση πρώτα των 100μ και μετά των 20μ. Μετά από 16 χρόνια ενασχόλησης με το έδαφος μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να αποδώσω  μια περιοχή ανάγλυφη. Έτσι το 2002 καταπιάστηκα με τον ανάγλυφο χάρτη της Σκοπέλου που ήταν και ο τόπος καταγωγής μου και γνώριζα καλά.